ζητητικη

ζητητικη
    ζητητική
     (sc. ἀγωγή или τέχνη) зететика (учение скептических философов) Sext., Diog.L.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "ζητητικη" в других словарях:

  • ζητητικῇ — ζητητικός disposed to search fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζητητική — ζητητικός disposed to search fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζητητικός — ή, ό (AM ζητητικός, ή, όν) [ζητητής] 1. αυτός που έχει τάση για πνευματικές έρευνες 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι Ζητητικοί οι Σκεπτικοί φιλόσοφοι 3. το θηλ. η ζητητική το φιλοσοφικό σύστημα τών ζητητικών, η Σκεπτική φιλοσοφία αρχ. 1. (για… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»